- γουσταδόρος
- ο дегустатор
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
γουσταδόρος — ο [γούστο] δοκιμαστής ποτών ο οποίος με τη γεύση ελέγχει και καθορίζει την ποιότητα τους … Dictionary of Greek